Ένα από τα ζωντανά θύματα της τουρκικής εισβολής και η Χαρίτα Μάντολες, η οποία έμεινε για πάντα 27 χρονών…
«Έμεινα 27 χρονών, δεν μεγάλωσα από την ημέρα της εισβολής. Αν δεις να πυροβολούν, πέσε κάτω της. Αυτές οι φωτογραφίες είναι για να θυμίζουν το κακό που έγινε. Περισσότερος είναι ο θυμός για το ότι κανένας δεν τιμωρήθηκε.
Τα μικρά παιδιά, με μπιμπερά, τους πέταξαν το γάλα κάτω.
Σκηνές που δεν μπορούν να ξεχαστούν. Είναι σαν ταινία που προβάλλεται κάθε μέρα. Μας είπαν ότι θα μας έπαιρναν αιχμάλωτους, 40 άτομα, μας πήραν σε ένα αγροτικό δρόμο και μας έβαλαν κάτω από μια ελιά.
Εκεί διαπράχθηκε το έγκλημα, να πυροβολούν τον άντρα μου με το μωρό ενός χρόνου στην αγκαλιά του, κι εγώ με το δίχρονο.
Ο αξιωματικός είπε ότι θα μας σκότωναν ως εκδίκηση για τους δικούς τους που σκότωσαν Ελληνοκύπριοι.
Μας είπαν να περπατούμε δύο δύο στη γραμμή. Άρχισαν να πυροβολούν.
Εγώ έπεσα κάτω και όταν σηκώθηκα άρχισα να φωνάζω τον άντρα μου όταν με χτυπούσαν. Ήταν μπροστά μου μπρούμυτα. Μου πήραν το μωρό μου ήταν πληγωμένο και κρατούσε το κεφάλι του παπά του και φώναζε. Ο Τούρκος πήρε τα παιδιά μας και τα πέταξε μακριά», επεσήμανε.
«Τον άντρα μου τον σκότωσαν οι Τούρκοι»
Όπως ανέφερε παλαιότερα η Χαρίτα Μάντολες τα τουρκικά στρατεύματα δολοφόνησαν τον άνδρα της, την ώρα που το παιδί της, ήταν ριγμένο πάνω στον σβέρκο του πληγωμένο.
«Τον άντρα μου τον σκότωσαν οι Τούρκοι, έπεσε κάτω, δεν με άφησαν να τον αγγίξω να δω αν ήταν νεκρός ή ζωντανός, το μωρό μου όμως ήταν πάνω στο σβέρκο του πληγωμένο, έτρεχαν τα αίματα του, φώναζε “μπάμ μπάμ παπά μου”, κοιτούσε με τα ματάκια του γουρλωμένα, γύρω-γύρω, δεν περπατούσε κι Τούρκοι δεν με άφηναν να το πιάσω.
Εγώ φώναζα, “θέλω τον γιό μου, θέλω τον μωρό μου, το μωρό μου”, οι Τούρκοι με έσπρωχναν πίσω.
Κουράστηκε ένας Τούρκος να με ακούει και έπιασε το μωρό από το χεράκι και μου το πέταξε μακριά μέσα στα αγκάθια. Τον διεκδίκησα και τον πήρα, αν δεν τον διεκδικούσα θα ήταν αγνοούμενος ο γιος μου», σχολιάσε η γυναίκα.
Για δεκαετίες, η Χαρίτα Μάντολες δεν σταμάτησε να αναζητά τους δικούς της και, το 2004, όταν άνοιξαν στα οδοφράγματα κατάφερε να πάει στο σημείο της εκτέλεσης και να δείξει τον τόπο, όπου βρέθηκαν τα λείψανα του άνδρα της, του πατέρα της και των άλλων ανδρών.