Όλοι την ξέρουμε, όλοι την έχουμε γευτεί, όλοι την έχουμε απολαύσει.
Ξεχωρίζουμε από μακριά το άρωμά της, τον ήχο όπως την βάζουμε στο ποτήρι, το σήμα της και το κόκκινο χρώμα της.
Ήταν 8 Μαΐου του 1886 όταν ο Τζον Πέμπερτον, ένας φαρμακοποιός στην Ατλάντα των ΗΠΑ, δημιούργησε ένα τονωτικό ρόφημα, που έμελλε να κατακτήσει τον κόσμο και να καταστεί ένα από τα πιο ισχυρά εμπορικά σήματα παγκοσμίως.
Ο λογιστής του Φρανκ Ρόμπινσον ονόμασε το αναψυκτικό Coca‑Cola και το έγραψε με τον χαρακτηριστικό γραφικό του χαρακτήρα, λογότυπο που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Το αναψυκτικό άρχισε να σερβίρεται στο φαρμακείο του Τζέικομπς. Εκείνη τη χρονιά πωλούνταν εννέα αναψυκτικά την ημέρα.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1888 ο Άσα Κάντλερ εξαγόρασε μερίδια από τη φόρμουλα και την πατέντα της Coca‑Cola, από τον Τζον Πέμπερτον και τους συνεργάτες του και άρχισε να αποκτά τον έλεγχο της επιχείρησης μεταμορφώνοντάς την σε μεγάλη εταιρεία.
Η μητρική επιχείρηση The Coca-Cola Company παράγει τη συμπύκνωση για τη Coca-Cola, η οποία στη συνέχεια πωλείται στους διάφορους εξουσιοδοτημένους εμφιαλωτές Coca-Cola ανά τον κόσμο, όπως η Coca-Cola HBC AG.
Οι εμφιαλωτές, όπως αναφέρει η wikipedia, που κρατούν εδαφικά τις αποκλειστικές συμβάσεις με την επιχείρηση, παράγουν το ολοκληρωμένο – τελικό προϊόν σε μεταλλικά κουτιά και φιάλες αναμιγνύοντας τη συμπύκνωση με καθορισμένη αναλογία με φιλτραρισμένο νερό και γλυκαντικές ουσίες. Οι εμφιαλωτές πωλούν και έπειτα διανέμουν την Coca-Cola σε μεταλλικά κουτιά και φιάλες στα λιανικά καταστήματα και τις αυτόματες μηχανές πώλησης.
Η επιχείρηση Coca-Cola πωλεί επίσης τη συμπύκνωση σε αλυσίδες εστιατορίων και υπηρεσίες διανομής τροφίμων.
Η επιχείρηση Coca-Cola, περιστασιακά, έχει εισαγάγει άλλα αναψυκτικά τύπου κόλα (π.χ. Coca Cola Zero, Diet Coke κ.α.). Η επιχείρηση Coca-Cola παράγει και άλλα μη αλκοολούχα ποτά – αναψυκτικά που δεν φέρνουν το μεγάλο εμπορικό σήμα Coca-Cola, όπως Sprite, Fanta, Pibb, και άλλα, αλλά το σήμα κατατεθέν της επιχείρησης Coca-Cola συνήθως βρίσκεται αναγραμμένο στη συσκευασία.