*του Σωκράτη Βαρδάκη
Η συρρίκνωση και γήρανση του πληθυσμού της χώρας μας, γνωστή ως
δημογραφικό πρόβλημα, απαιτεί γενναίες κοινωνικές πολιτικές για να αντιμετωπιστεί, μία
εξ αυτών η στεγαστική. Πολιτική την οποία δεν διαφαίνεται να μπορεί να σχεδιάσει και να
ασκήσει με σοβαρότητα η σημερινή κυβέρνηση. Απόδειξη αυτού, είναι το νομοσχέδιο
συγκεκριμένων δράσεων στεγαστικής πολιτικής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών
Υποθέσεων, που κατατέθηκε προ ημερών στη Βουλή.
Από το 2011 στην Ελλάδα παρατηρείται μια αύξηση των ενοικίων αντιστρόφως
ανάλογη με την πορεία των εισοδημάτων των εργαζομένων και κυρίως των νέων. Μέχρι και
σήμερα, αυτή η ξέφρενη πορεία των ενοικίων δεν ανακόπηκε. Αντίθετα, όσο γιγαντώνεται
το φαινόμενο της βραχυχρόνιας μίσθωσης χωρίς κανόνες, που συντελεί στην αύξηση των
ενοικίων των λιγοστών εναπομείναντων για μακροχρόνια μίσθωση ακινήτων, τόσο
περισσότεροι εργαζόμενοι, και ιδιαίτερα νέοι, αντιμετωπίζουν εξαιρετική δυσκολία να
υποστηρίξουν μία αυτόνομη οικονομικά διαβίωση. Πόσο μάλλον να αποκτήσουν και
εξαρτώμενα από αυτούς μέλη, όταν απαιτείται περισσότερο από το μισό τους εισόδημα
για τις στεγαστικές τους ανάγκες.
Οι συνθήκες μάλιστα που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια είναι τέτοιες, που η
οικονομική ανασφάλεια σβήνει κάθε όνειρο για δημιουργία οικογένειας εν τη γενέσει του,
για τους περισσότερους νέους, αφού τόσο η εργασιακή επισφάλεια, η ελαστικοποίηση των
εργασιακών σχέσεων, οι χαμηλές αμοιβές, η μείωση της αγοραστικής δύναμης λόγω
ακρίβειας, όσο και η απουσία πλαισίου προστασίας της κύριας κατοικίας, δεν επιτρέπει
κανέναν μακροπρόθεσμο προγραμματισμό ή δέσμευση, ιδίως αναφορικά με την αγορά
οικίας για ιδιοκατοίκηση, όπου θα μπορούσαν να στεγάσουν την οικογένειά τους.
Αγνοεί άραγε η κυβέρνηση όλα τα παραπάνω; Αγνοεί μήπως τα επίσημα στοιχεία
για τη στεγαστική κρίση και τη φτωχοποίηση των νοικοκυριών; Την ευαλωτότητα των νέων
στις συνεχώς μεταβαλλόμενες εργασιακές συνθήκες; Αγνοεί ίσως ότι τα κόκκινα δάνεια
ξεπερνούν τις 700.000 και ότι πάνω από 40.000 δανειολήπτες κινδυνεύουν από
πλειστηριασμό; Ασφαλώς και όχι.
Παρόλα αυτά, το νομοσχέδιο αφενός δεν απαντά με σοβαρότητα στα εξαιρετικά
επιτακτικά προς επίλυση συγκεκριμένα προβλήματα, αφετέρου αφορά σε μικρό αριθμό
νέων, σχεδόν 10.000 νέους 25-39 ετών και μάλιστα σε βάθος χρόνου.
Πέραν όμως του μικρού αριθμού νέων στους οποίους τελικά απευθύνεται,
δημιουργεί και μία σειρά ερωτημάτων.
Όπως, γιατί σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η λήψη στεγαστικού δανείου απευθύνεται
σε τόσο λίγους νέους, με συγκεκριμένα κριτήρια “φερεγγυότητας”, τα οποία μοιάζουν
εκτός πραγματικότητας για τους περισσότερους. Γιατί αφήνει τον πτωχευτικό κώδικα να
πλανάται ως απειλή πάνω από κάθε υπογραφή στεγαστικού δανείου πρώτης κατοικίας;
Αναφορικά με τα ελάχιστα στεγαστικά δάνεια που θα δοθούν σε νέους, σχεδόν
2.500, αν και τα ¾ του ποσού δανείζονται άτοκα από τη ΔΥΠΑ και μάλιστα από πόρους που
προέρχονται από χρήματα ασφαλισμένων, από τον πρώην ΟΕΚ, η διαχείριση του
συνολικού ποσού του δανείου θα γίνεται από τις συστημικές τράπεζες.
Επίσης, επιτρέπει σε μεγαλοεργολάβους την εκτός σχεδίου δόμηση για κοινωνική
κατοικία, μέσω της δράσης κοινωνικής αντιπαροχής, δημιουργώντας την πρωτοτυπία, η
λέξη “κοινωνική” να μπορεί να ορίσει τη χρήση γης. Και τι σημαίνει τελικά κοινωνική
αντιπαροχή, όταν παραχωρούνται από το κράτος οικόπεδα για χτίσιμο κατοικιών σε
εργολάβους, με αποκλειστική εκμετάλλευση από τους ίδιους επί σειρά ετών, χωρίς το
κράτος να παίρνει πίσω τίποτα;
Πόσο σοβαρά, άραγε, μπορεί να εκλάβει κάποιος την στεγαστική πολιτική της
κυβέρνησης, ή την πρόθεσή της να συμβάλει στην επίλυση του μείζονος στεγαστικού και
κατ’ επέκταση δημογραφικού προβλήματος, τη στιγμή που από το Ταμείο Ανάκαμψης για
δράσεις αναφορικά με τη στέγη δεσμεύονται μόλις 1,3 εκ ευρώ; Και όταν μάλιστα
απουσιάζουν από τον προϋπολογισμό του κράτους τα 1,7 δις που απαιτούνται για την
υλοποίηση των δράσεων, αφού οι μόνες δαπάνες του προϋπολογισμού του 2023 που
αντιστοιχούν στο παρόν νομοσχέδιο, είναι 432 εκατ. ευρώ.
Μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων είπε ο κ. Χατζηδάκης στην πρώτη
συνεδρίαση της αντίστοιχης Επιτροπής της Βουλής για ένταξη σε δράσεις του νομοσχεδίου.
Δηλαδή; Όποιος μπορεί και όποιος προλάβει.
Να προλάβει άραγε τι; Να μπει στη λίστα της νέας γενιάς δανειοληπτών – ομήρων
του τραπεζικού συστήματος, υποθηκεύοντας για δεκαετίες τη ζωή του, χωρίς προστασία
και μάλιστα προερχόμενος από ένα κοινό που δεν θα προσέτρεχε στο δανεισμό και δεν
έχει αυτοσκοπό την ιδιοκατοίκηση.
Να περιμένει ίσως, κάποια έτη την υλοποίηση κατασκευής κοινωνικών κατοικιών
και την ίδια στιγμή να μην υπάρχει καμία πολιτική παρέμβαση για συμπίεση των ενοικίων
στα διαθέσιμα ακίνητα, όταν στον αντίποδα υπάρχει προγραμματική πρόταση από τον
ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, που επιλύει άμεσα το θέμα του κόστους του ενοικίου για
400.000 νέους 24-44 ετών.
Συγκεκριμένα, η πρόταση ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ για τους νέους προβλέπει ειδική επιδότηση
ενοικίου για νέους και νέα ζευγάρια από 24 μέχρι 44 ετών, διπλάσια επιδότηση από ό,τι
ισχύει για τον γενικό πληθυσμό, και κυμαίνεται από 140€/μήνα για μονοπρόσωπο
νοικοκυριό έως 350€/μήνα για ζευγάρι με 2 παιδιά, ενώ παράλληλα, αυξάνεται το
εισοδηματικό όριο για τη λήψη της επιδότησης ι από 7.000€ σε 10.000€ για μονοπρόσωπο
νοικοκυριό και από 17.500€ σε 25.000€ για ζευγάρι με 2 παιδιά.
Ακόμα και η διάθεση των κατοικιών από το Πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ σε νέους,
δικαιούχους ΚΕΑ, στο νομοσχέδιο της ΝΔ, αφορά μόλις 1000 σπίτια και σαφώς δεν αφορά
το σύνολο των 410.000 που σήμερα λαμβάνουν το επίδομα ακραίας φτώχειας. Επιπλέον,
το πρόγραμμα ανακαινίζω – ενοικιάζω δίνει μόλις 4.000 ευρώ και αφορά ιδιοκτήτες
διαμερισμάτων που είναι δηλωμένα κενά στην Εφορία, που δεν έχουν επιδοτηθεί για
ανακαίνιση τα 5 τελευταία χρόνια και με υποχρέωση να τα ενοικιάσουν μετά για μια
τριετία, χωρίς όριο ενοικίου, χωρίς υποχρέωση μη έξωσης. Όπως καταλαβαίνουμε όλοι, τα
προγράμματα λειτουργούν με πολλαπλούς αποκλεισμούς και είναι μόνο προς
εντυπωσιασμό!
Και τέλος, όλα τα κρίσιμα ζητήματα των δράσεων του νομοσχεδίου, όπως επιτόκια
δανεισμού, έτη εκμετάλλευσης ακινήτων προς μίσθωση από εργολάβους, καθορίζονται
από Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις και δεν ορίζονται σαφώς εξαρχής στον νόμο.
Το νομοσχέδιο αποτελεί εμπαιγμό για όλους όσους απευθύνεται και δεν απαντά
στα πρόβλημα που υποτίθεται ότι θέλει να λύσει. Κατατίθεται τη συγκεκριμένη στιγμή ως
αντιπερισπασμός στα ανυπέρβλητα προβλήματα που δημιούργησε η παρούσα κυβέρνηση
στην καθημερινότητα των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων, με τις αποφάσεις της.
Άλλωστε, πίσω από τη μάσκα του κοινωνικού προσωπείου της κυβέρνησης
βρίσκεται ένα ακόμα νομοθέτημα που ευνοεί τα συμφέροντα, τις τράπεζες και τους
μεγαλοεργολάβους, στους οποίους παραχωρεί και μεγάλο μέρος της διαχείρισης των
προγραμμάτων.