Πόσο επηρεάζει η διατροφή μας, την «σχέση» μας με τον κορονοϊό; «Χτίζεται» ανοσία με συγκεκριμένο διαιοτολόγιο; Για ποιο λόγο ορισμένοι άνθρωποι νοσούν σοβαρά με κορονοϊό, ενώ άλλοι δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα; Πρόσφατη μελέτη αποκαλύπτει ότι η απάντηση ενδεχομένως να κρύβεται στις πρωτεΐνες στις οποίες έχει εκτεθεί προηγουμένως το ανοσοποιητικό μας σύστημα.
Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Immunology, ορισμένα τρόφιμα, εμβόλια, βακτήρια και ιοί μπορούν να «προετοιμάσουν» το ανοσοποιητικό μας σύστημα να επιτεθεί στον ιό SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί την COVID-19.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες περιέχουν πρωτεΐνες που είναι παρόμοιες με εκείνες που βρίσκονται στον ιό SARS-CoV-2. Ως εκ τούτου, η έκθεση σε αυτές τις πρωτεΐνες μπορεί να εκπαιδεύσει το ανοσοποιητικό μας σύστημα να αντιδράσει όταν συναντήσει τον ιό.
Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι οι ομοιότητες μεταξύ του SARS-CoV-2 και άλλων κοινών πρωτεϊνών μπορεί να επηρεάζουν την ευαισθησία μας στον ιό.
Ο ρόλος της ανοσολογικής μνήμης παίζει εδώ βασικό ρόλο και εκεί εστίασαν οι επιστήμονες. Ειδικότερα, η ερευνητική ομάδα διερεύνησε κατά πόσον τα αντισώματα που στοχεύουν στις πρωτεΐνες του ιού SARS-CoV-2 θα μπορούσαν επίσης να συνδεθούν με άλλες πρωτεΐνες, όπως τροφίμων ή βακτηρίων.
Η διατροφή που «χτίζει» ανοσία
Εξέτασαν λοιπόν την ικανότητα αυτών των αντισωμάτων να δεσμεύονται σε 180 διαφορετικές πρωτεΐνες από κοινά τρόφιμα, δύο διαφορετικά εμβόλια και 15 βακτηριακές και ιικές πρωτεΐνες. Τα αντισώματα αντέδρασαν πιο έντονα με ένα κοινό βακτήριο του εντέρου που ονομάζεται E. faecalis και στο εμβόλιο κατά της διφθερίτιδας, του τετάνου και του κοκκύτη.
Ενδιαφέρον είναι επίσης το γεγονός ότι αντέδρασαν έντονα έναντι πρωτεϊνών που βρίσκονται σε τρόφιμα, όπως το μπρόκολο, τα ψημένα αμύγδαλα, το χοιρινό κρέας, τα κάσιους, το γάλα, τη σόγια και τον ανανά.
Τι σημαίνει όμως πρακτικά αυτό;
Πιθανότατα δεν θα μπορέσετε να αποκτήσετε ανοσία κατά της COVID-19 από τη διατροφή. Η «ανοσία» απέναντι σε έναν τύπο τροφής, για παράδειγμα, χαρακτηρίζεται συνήθως από μια τροφική αλλεργία.
Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι αν και οι παράγοντες αυτοί θα μπορούσαν ενδεχομένως να παρέχουν κάποια προστασία από τον SARS-CoV-2, δεν θα πρέπει να θεωρούνται αντικαταστάτες των σημερινών εμβολίων.
Επιπλέον, απαιτούνται περαιτέρω δοκιμές για να επιβεβαιωθεί ότι οι πρωτεΐνες αυτές παρέχουν πράγματι κάποια προστασία, και αν ναι, αν αυτή διαμεσολαβείται μέσω μιας βραχύβιας απόκρισης των αντισωμάτων ή μιας πιο μακροχρόνιας κυτταρικής μνήμης.
Περαιτέρω μελέτες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποτελεσματικότερες θεραπείες ή σε καλύτερα εμβόλια κατά του ιού.