Καταρχήν ας δούμε τι είναι το διαζύγιο. Με αυτόν τον όρο, εννοούμε πρώτα-πρώτα
Το φυσικό χωρισμό μεταξύ του ζευγαριού, την αναχώρηση δηλαδή του ενός από το σπίτι. Όταν υπάρχουν παιδιά, αυτός που φεύγει είναι φυσιολογικά ο πατέρας. Σίγουρο πάντως είναι ότι τα παιδιά καλό είναι να μην μετακινούνται.
Μετά εννοούμε βεβαίως το νομικό διαζύγιο. Εδώ οι οικογένειες στον τόπο μας είναι στην ιδιαίτερη θέση να περνούν δυο φορές από αυτή την επίπονη διαδικασία, μιας που αναγκάζουμε τα ζευγάρια να παίρνουν πιστοποιητικό διαζυγίου και από την πολιτεία, αλλά και από την εκκλησία.
Τέλος, έχουμε το συναισθηματικό διαζύγιο. Αυτό επιτυγχάνεται πιο δύσκολα από όλα τα προηγούμενα, ιδιαιτέρα εάν υπάρχουν παιδιά. Βλέπουμε περιπτώσεις όπου οι δύο ασχολούνται ο ένας με την ζωή του άλλου, και συχνά τσακώνονται, για πολλά χρόνια ακόμα μετά το νομικό διαζύγιο. Κάποια ζευγάρια δε χωρίζουν ποτέ συναισθηματικά. Για τα παιδιά, αυτή η κατάσταση συνεπάγεται επιπρόσθετη αναστάτωση: έχουν δηλαδή τα μειονεκτήματα ενός χωρισμού χωρίς τα πλεονεκτήματα.
Δυσκολίες / Επιπτώσεις από ένα διαζύγιο:
Οικονομικές: Μια από τις πιο λυπηρές στατιστικές για το διαζύγιο περιγράφει πόσο αδικούνται και οι μητέρες, αλλά δυστυχώς και τα παιδιά από αυτή την άποψη, ενώ το εισόδημα του πατέρα αυξάνεται ως επί το πλείστον.
Ψυχολογικές: Τα παιδιά βιώνουν μια τρομακτική ανασφάλεια, νιώθουν
χαμένα και εγκαταλελειμμένα, δεν ξέρουν τι να περιμένουν, φοβούνται ότι θα χάσουν για πάντα τον γονέα που φεύγει, συνήθως τον πατέρα δηλαδή.
υπεύθυνα για το διαζύγιο. Πολύ συχνά τα παιδιά νιώθουν ότι η πηγή των προβλημάτων των γονιών τους είναι εκείνα τα ίδια και συνεπώς διακατέχονται από έντονες ενοχές και βασανίζονται με σκέψεις όπως:
«Ίσως αν είμαι τέλειος στη συμπεριφορά μου από τώρα και στο εξής, αν φέρω τέλειους βαθμούς, αν δεν τους ζητήσω τίποτα για τον εαυτό μου ξανά ποτέ, ίσως τότε να ξανασμίξουν.»
υπεύθυνα για τους γονείς τους. Κάποτε συμβαίνει να νιώθουν ότι πρέπει τα ίδια τα παιδιά να φροντίσουν το σπίτι, τα αδέρφια τους η ακόμα και τους γονείς τους, όταν βλέπουν ότι οι ίδιοι δεν μπορούν να χειριστούν την κατάσταση. Συχνά δηλαδή αναλαμβάνουν ευθύνες πολύ πέραν και της ηλικίας τους και των δυνατοτήτων τους.
ένα αίσθημα όχι μόνο απώλειας για την οικογένεια που διαλύεται, αλλά και συναισθήματα πένθους πραγματικά. Πένθος για το παρελθόν που έζησαν, που τώρα τους μοιάζει ψεύτικο. Σίγουρα επίσης πένθος για το μέλλον, που έπαιρναν σαν δεδομένο, για τα σχέδια που έφτιαχναν στο μυαλό τους, τα όνειρα που δε θα πραγματοποιηθούν.
ανάμεικτα λύπη, στενοχώρια και βεβαίως θυμό επίσης, για όλα αυτά που συμβαίνουν, για το ότι οι γονείς τους δεν κατάφεραν να τους προστατεύσουν, ότι δεν κατάφεραν να κρατήσουν την οικογένεια μαζί, παρόλα τα προβλήματα που είχαν.
Η μεγαλύτερη τους έγνοια όμως, είναι αν θα μπορέσουν να προφυλάξουν την αγάπη που νιώθουν και για τους δυο τους γονείς, αν θα τους επιτραπεί δηλαδή, να συνεχίσουν να αγαπούν και τους δύο, όπως έκαναν μέχρι τώρα. Αυτό είναι γεγονός ότι συνιστά ένα από τα χειροτέρα προβλήματα για τα παιδιά διαζευγμένων οικογενειών. Είναι απαίσιο συναίσθημα να νιώθουν ότι πρέπει να αποκρύψουν ότι πεθύμησαν τον πατέρα παραδείγματος χάριν και να υποδύονται τους αδιάφορους επειδή νιώθουν ότι η μητέρα δε θα άντεχε αν το διαισθανόταν, ότι θα το βίωνε σαν προδοσία περίπου. Σε πολλές περιπτώσεις το ίδιο ισχύει και με τις ευρύτερες οικογένειες. Το παιδί δηλαδή μαθαίνει ότι όταν βρίσκεται με μέλη της μιας πλευράς της οικογένειας του, θα πρέπει να συμπεριφέρεται σαν η άλλη να μην υπάρχει καθόλου. Σε κάποιες περιπτώσεις, ευτυχώς λιγότερες τώρα πια απ’ ότι στο παρελθόν, κάθε φορά που επισκέπτεται τη μια οικογένεια αναγκάζεται να ακούει άσχημα λόγια, βρισιές, κατηγορίες κλπ εναντίον του άλλου «στρατοπέδου» γενικά. Είναι αβάσταχτη η θέση αυτή για ένα παιδί, νιώθει ότι πρέπει να μοιράζει τον εαυτό του στα δύο, ότι αναγκάζεται να προσποιείται και να υποκρίνεται για να προστατεύσει τους γονείς του.
Όλες αυτές οι δυσκολίες δημιουργούν συχνά συγκεκριμένα προβλήματα στο παιδί, συμπτώματα δηλαδή, που εύκολα μπορούμε να παρατηρήσουμε, είτε στο σπίτι είτε στο σχολείο. Πιθανό να γίνει ατίθασο και ανυπάκουο, να εκφράζει θυμό και επιθετικότητα. ΄Η είναι δυνατόν να κλειστεί στον εαυτό του, να απομονωθεί, να παρουσιάζει εικόνα κατάθλιψης, να αναιρείται και να δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, να πέσουν οι βαθμοί του κλπ. Ή μπορεί ενδεχομένως να παρουσιάζει σωματικά συμπτώματα, σωματοποιώντας δηλαδή μ’ αυτό τον τρόπο τον ψυχικό του πόνο.
Τα προβλήματα γίνονται πιο έντονα όταν αλλάζει και η καθημερινότητα του παιδιού, αν αναγκαστεί λόγου χάριν να μετακομίσει από τη γειτονιά και το σπίτι του. Η συνηθέστερη αλλαγή που καλείται να αντιμετωπίσει αφορά το θέμα της πειθαρχίας στο σπίτι. Τα όρια δεν είναι πια τα ίδια, όχι επειδή οι γονείς τα προσαρμόζουν στις νέες συνθήκες, αλλά επειδή οι γονείς είναι τόσο απορροφημένοι με τα δικά τους, που δυστυχώς δεν ασχολούνται αρκετά και στο τέλος παραμελούν το παιδί, άθελα τους, βέβαια. Αυτή η ξαφνική ελευθερία και χαλαρότητα, όπου οι μεγάλοι ξεχνούν να το βάλουν για ύπνο στη συνηθισμένη ώρα, ξεχνούν να βοηθήσουν με τα διαγωνίσματα, ενώ πριν το έκαναν ανελλιπώς, αμελούν να πειθαρχήσουν για πράγματα, μικρά η μεγάλα, που απαρτίζουν την καθημερινότητα του παιδιού, αυτή λοιπόν η υποτιθέμενη ελευθερία, κάθε άλλο παρά σαν ελευθερία βιώνεται από το παιδί. Αντίθετα το παιδί βιώνει τεράστια ανασφάλεια και φόβο, μια που νιώθει την αδυναμία των γονιών του να του επιβληθούν, ή και την ολοκληρωτική τους απουσία συναισθηματικά, ακόμη και όταν μιλούμε για τον γονιό/κηδεμόνα, που μπορεί και να κάθεται απέναντι τους.
Το αίσθημα μοναξιάς είναι μεγάλο—δεν μπορεί πια με την ίδια άνεση να παραπονεθεί στον ένα γονιό για τον άλλο, για παράδειγμα, συνειδητοποιεί απότομα ότι υπάρχουν πια δυο στρατόπεδα.
Ενδιαφέρον είναι ότι για τα παιδιά που έζησαν τον συγκρουσιακό γάμο των γονιών του με έντονες εξάρσεις τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Αφενός αυτή η αντιπαλότητα είναι πολύ γνώριμη ήδη κι έτσι είναι πιο εξοπλισμένοι για να την αντιμετωπίσουν. Αφετέρου, κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, τα παιδιά με αυτές τις άσχημες εμπειρίες νιώθουν και τα ίδια μεγάλη ανακούφιση με το χωρισμό: «επιτέλους η ατμόσφαιρα στο σπίτι είναι πιο ήρεμη, επιτέλους ησυχάσαμε όλοι και τουλάχιστον έτσι έχουμε πρόσβαση στον ένα γονιό, ενώ πριν δεν είχαμε σε κανένα».
Συνεπώς, εδώ βλέπουμε ότι η εμπειρία ενός διαζυγίου δεν είναι και δεν μπορεί να είναι η ίδια για όλα τα παιδιά. Κάνουμε βέβαια κάποιες γενικεύσεις αλλά καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι το κάθε παιδί και το κάθε διαζύγιο είναι διαφορετικό. Αυτό που μετρά για το ίδιο το παιδί είναι η κατάσταση σε σύγκριση με την προηγουμένη φάση πριν το χωρισμό. Συνήθως τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα, όπως συχνά και των μεγάλων και καλό είναι να το σεβόμαστε αυτό.
Από έρευνες μαθαίνουμε ότι υπάρχουν διαφορές στην εμπειρία του διαζυγίου σε σχέση και με το φύλο και με την ηλικία. Πολλές έρευνες βρίσκουν ότι τα αγόρια δυσκολεύονται περισσότερο με τον αρχικό χωρισμό, ενώ τα κορίτσια φαίνονται να τον αντιμετωπίζουν καλύτερα. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι συνήθως είναι ο πατέρας που φεύγει και αυτό πιθανόν να αποπροσανατολίζει περισσότερο τα αγόρια σε αυτό το πρώτο στάδιο. Οι έρευνες όμως βρίσκουν ότι μετά, στα επόμενα στάδια είναι τα κορίτσια που δυσκολεύονται περισσότερο. Άρα όλα τα παιδιά περνούν από μια δύσκολη ή και τραυματική διαδικασία, είτε στην αρχή είτε σε κατοπινό στάδιο.
Όσον αφορά τις ηλικίες, πολλές έρευνες έχουν καταλήξει ότι ιδιαιτέρα δύσκολη είναι η φάση της εφηβείας. Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι σε αυτό το στάδιο της ζωής, το άτομο αρχίζει να πειραματίζεται με τις σχέσεις του, να αναπτύσσει καινούργιες πτυχές της ταυτότητας του κλπ. Για να δύναται ο έφηβος να εκπληρώσει τον στόχο του αυτό, χρειάζεται σταθερότητα στις υπόλοιπες πτυχές της ζωής του και δη, συγκεκριμένα, μέσα στην οικογένεια του. Όταν αυτή η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα λείπουν, τότε δεν νιώθει αρκετά δυνατό να αναπτύξει την προσωπικότητα του και να πειραματιστεί, αντίθετα περιορίζει τον εαυτό του και κλείνεται. Επίσης επικρατεί στο μυαλό του μια σύγχυση όσον αφορά στο μοντέλο της σχέσης, που είχε στο μυαλό του προηγουμένως και πώς θα επηρεαστούν οι δικές του επιλογές συντρόφου, σαν αποτέλεσμα του χωρισμού των δικών του. Συνοπτικά, ένα διαζύγιο σ’ αυτό το στάδιο εξέλιξης του παιδιού, το σπρώχνει προς τα μέσα, προς την οικογένεια, ενώ η φυσιολογική τάση θα τον έσπρωχνε προς τα έξω, προς τους φίλους και προς άλλες σχέσεις.
Μια μόνο αναφορά θα κάνω στην πολύ μικρή ηλικία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το παιδί, που δεν έχει προλάβει να γνωρίσει την οικογένεια ή τον πατέρα όταν ήταν στο σπίτι, μπορεί να είναι σε καλύτερη μοίρα. Όμως, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, αυτό συνιστά και μια απώλεια για αυτό το παιδί. Αφενός, ενδεχομένως να δυσκολευτεί στις σχέσεις του στο μέλλον, μη έχοντας μεγαλώσει με ένα μοντέλο ζευγαριού, αν οι γονείς δεν ξαναπαντρευτούν. Αφετέρου, υπάρχει ο κίνδυνος να μην του δοθεί η ευκαιρία να δημιουργήσει σύνδεση με τον γονιό που αποχωρεί, με αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του και στις σχέσεις του γενικά με ανθρώπους του φύλου εκείνου.
Τρόποι Καλύτερου Χειρισμού ή «Πώς να προσφέρετε ένα όσον το δυνατό λιγότερο τραυματικό διαζύγιο στα παιδιά σας» – Συμβουλές σε γονείς
Στη δουλειά που κάνω με ζευγάρια που έχουν αποφασίσει να χωρίσουν, δίνω τις ακόλουθες συγκεκριμένες και πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές:
1. Να το ανακοινώσουν στα παιδιά τους μόνο όταν το έχουν αποφασίσει σίγουρα και αμετάκλητα, το έχουν σκεφτεί καλά και έχουν και σχέδιο δράσης για τα πρακτικά, αλλά πριν να έχει αποχωρήσει κανένας.
2. Να το πουν στα παιδιά όταν αυτά είναι όλα μαζί, ώστε να μπορούν να το μοιραστούν μεταξύ τους και να στηρίξουν το ένα το άλλο.
3. Οι ίδιοι οι γονείς επίσης να είναι παρόντες και οι δύο.
4. Να μιλούν με το εμείς, δίνοντας την εικόνα της κοινής απόφασης έστω κι αν δεν ήταν ακριβώς τέτοια.
5. Να εξηγήσουν με απλά λόγια ότι «η μαμά (ή ο μπαμπάς) και εγώ αποφασίσαμε ότι θα ήταν καλύτερα να ζήσουμε χωριστά σε αυτό το στάδιο. Σίγουρα θα είδατε και εσείς, ότι τα πράγματα μεταξύ μας δεν ήταν καλά για πολύ καιρό τώρα, ξέρουμε ότι κάναμε και σε σας κακό με τις φωνές και τους καυγάδες μας. Γι’αυτό αποφασίσαμε ότι πρέπει να σταματήσει αυτό και έτσι πήραμε αυτή τη δύσκολη απόφαση. Εδώ και πολύ καιρό, κάναμε παρά πολλές προσπάθειες να το αποφύγουμε, αλλά δυστυχώς δεν τα καταφέραμε. Δε φταίει ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος, δε φταίει κανένας.»
6. Να απολογηθούν γι’αυτήν την απόφαση: «Ξέρουμε ότι σας πονάει πολύ, ότι σας απογοητεύει, ότι σας προκαλεί και θυμό και έχετε απόλυτο δίκιο και απολογούμαστε.» Ταυτόχρονα δίνετε έκφραση στα συναισθήματα τους και τους δίνετε το δικαίωμα να εκφραστούν και κείνα.
7. Να καθησυχάσουν τα παιδιά σε σχέση με την ευθύνη: «Να είσαστε σίγουροι ότι καμιά απολύτως ευθύνη δε φέρετε εσείς για αυτή μας την απόφαση».
8. Να εκφράσουν την παντοτινή τους : «Ασφαλώς το ότι εμείς χωρίζουμε, δεν αλλάζει τίποτα στην αγάπη μας για σας. Θα είμαστε πάντα η μαμά και ο μπαμπάς σας και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Πάντα θα σας αγαπούμε και θα είμαστε δίπλα σας».
9. Να εξηγήσουν πρακτικά τι θα γίνει, ποιος θα φύγει, πότε, που θα μένει και πότε θα τον δουν την επόμενη φορά. Πότε θα τον βλέπουν γενικά, τι ρόλο θα έχει στην ζωή τους. Όσο πιο συχνά μπορούν να βλέπουν τον πατέρα, τόσο το καλύτερο για τα παιδιά, φτάνει να μη δημιουργεί αυτό πρόβλημα στη μητέρα, είτε πρακτικό είτε άλλου είδους. Η συζήτηση αυτή δεν τελειώνει πριν να είναι όλοι σίγουροι ότι τα παιδιά έχουν τα τηλέφωνα του πατέρα ώστε να μπορούν να επικοινωνούν μαζί του όποτε το επιθυμούν, όποτε τον πεθυμήσουν.
10. Τέλος, να είναι ανοιχτοί σε ερωτήσεις, τις οποίες να απαντούν απλά, με ειλικρίνεια αλλά χωρίς αχρείαστες λεπτομέρειες όσον αφορά τα διάφορα γιατί και σίγουρα χωρίς κατηγορίες. Επίσης να είναι γενναιόδωροι με αγκαλιές και να είναι προετοιμασμένοι ν’ ακούσουν οτιδήποτε, όλα τα συναισθήματα που θέλουν τα παιδιά να εκφράσουν εκείνη τη στιγμή, ή σε οποιαδήποτε άλλη.
11. Καλύτερα ο πατέρας να αποχωρεί σύντομα μετά, αν όχι την ίδια μέρα. Να μην καθυστερεί και να διαιωνίζεται δηλαδή αυτό το οδυνηρό στάδιο.
Τυχερά είναι τα παιδιά που έχουν κι άλλους ενήλικες δίπλα τους, με τους οποίους θα μπορούσαν να μιλήσουν, είτε παππούδες, είτε νονούς, είτε όποιον άλλο φίλο των γονιών τους εμπιστεύονται, δάσκαλο κλπ.
Το σημαντικό είναι οι γονείς να «φτιάξουν» ένα διαζύγιο όπου η προτεραιότητα να είναι η ψυχική ισορροπία των παιδιών τους. Καλό είναι αυτό να ισχύει και για τις ευρύτερες οικογένειες, οι οποίες κάποτε θεωρούν καθήκον τους να εκφράζουν τη στήριξη τους στο δικό τους άνθρωπο, κατηγορώντας τον πρώην ενώπιον των παιδιών. Λίγη επιμόρφωση εδώ σίγουρα θα βοηθήσει.
Χρήσιμη θα μπορούσε να ήταν επίσης και μια διαδικασία μεσολάβησης σε αυτές τις περιπτώσεις, που θα μπορούσε να βοηθήσει το ζευγάρι να διαχωρίσει τα περιουσιακά του στοιχεία π.χ. χωρίς την κάθετη και συχνά απάνθρωπη παρέμβαση δικαστηρίων, δικηγορών κλπ. Πρέπει να σας πω ότι θεωρώ αυτή τη νομική φάση σαν αρκετά καταστροφική. Είναι απίστευτος ο τρόπος με τον οποίο μια χαρά άνθρωποι, συμπαθέστατοι κατά τα άλλα, μπορούν να μεταλλαχθούν σε τέρατα, από τη στιγμή που μπαίνουν σε αυτή τη διαδικασία. Τους βγάζει τον χειρότερο τους εαυτό, μια κακία και εκδικητικότατα, που σίγουρα δεν υποψιάζονταν ούτε καν οι ίδιοι ότι είχαν.
Είναι απαραίτητο οι γονείς να έχουν τη στήριξη που χρειάζονται, να τη ζητούν από τη δική τους οικογένεια και τους φίλους τους. Αυτό απελευθερώνει τα ίδια τα παιδιά, που συχνά αναγκάζονται να μετατρέπονται σε συμμάχους των γονιών τους και να γνωρίζουν πράγματα, που δεν αρμόζουν ούτε στην ηλικία τους, ούτε στη θέση τους.
Πριν ολοκληρώσω, θα ήθελα να πω και λίγα λόγια για την επόμενη φάση. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, και οι δυο γονείς θα ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και θα ξαναπαντρευτούν. Ελπίζουμε η επιλογή να γίνει προσεκτικά, χωρίς βιασύνη, αλλά με τη σοφία της εμπειρίας.
Καλυτέρα είναι η επιλογή να γίνει με γνώμονα τις ανάγκες του γονιού πρωτίστως και όχι των παιδιών. Αν δηλαδή επιλέξουμε κάποιο πρόσωπο για να μεγαλώσει τα παιδιά μας, το πιο πιθανό είναι ο γάμος αυτός να μην αντέξει στο χρόνο. Ο γονιός επιλέγει σύντροφο και συνέταιρο, που να σέβεται βέβαια και τα παιδιά και να έχει τη βούληση να έχει βοηθητικό και υποστηρικτικό ρόλο στη διαπαιδαγώγηση τους – όχι κάποιον που θα μπει με τα τσαρούχια που λέμε, με την πεποίθηση ότι θα τα αναλάβει και θα τα βάλει σε τάξη, θεωρώντας ότι ο γονιός δεν μπορεί να το κάνει.
Σε αυτή την περίπτωση, πιστεύω είναι μόνο θέμα χρόνου πότε θα αποδιοργανωθεί η όλη κατάσταση. Πρώτον, θα αποδυναμώσει τον γονιό με καταστροφικές συνέπειες στις σχέσεις αμφοτέρων με τα παιδιά. Δεύτερον, τα ίδια τα παιδιά δε θα του επιτρέψουν να τους επιβληθεί, μια που δεν έχει κερδίσει πρώτα την εμπιστοσύνη τους—ιδιαίτερα βέβαια τα μεγαλύτερα παιδιά. Τρίτον, με αυτές τις προϋποθέσεις θα διαλυθεί και η σχέση του ζευγαριού αργά η γρήγορα.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι η καλύτερη και πιο αποτελεσματική στάση για το νέο σύζυγο του γονιού είναι να επενδύσει στη σχέση με τα παιδιά σαν φίλος, οπωσδήποτε, στο αρχικό στάδιο και βοηθός του γονιού. Να εφαρμόζει τις αποφάσεις του γονιού, παρά να συν-αποφασίζει, ευθύνη που ανήκει στον άλλο γονιό. Να αφιερώσει χρόνο για καθαρά ψυχαγωγικές δραστηριότητες, ώστε να καλλιεργηθεί μια σύνδεση και μια εμπιστοσύνη, απαραίτητα θεμέλια για το μέλλον.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι στις επανασυσταθείσες οικογένειες, όπως λέγονται, οι σχέσεις πρέπει να λειτουργούν κρατώντας λεπτές ισορροπίες όσον αφορά το ρόλο του καθενός ώστε να μην περιπλέκονται τα πράγματα ακόμη περισσότερο.
Και μόνο η ανακοίνωση ενός νέου γάμου θα αναστατώσει τα παιδιά—και πιθανότατα και τον πρώην. Ένας σημαντικός λόγος είναι ότι έτσι μόνο πεθαίνει η ελπίδα των παιδιών ότι οι γονείς του θα ξανασμίξουν—είναι απίστευτο πόση επιμονή έχουν πάνω σ’αυτό. Κι αυτό ισχύει σχεδόν πάντοτε, εξαιρούνται μόνο οι ακραίες/βίαιες περιπτώσεις. Άρα ο νέος γάμος στην αρχή πάλι ανάμεικτα συναισθήματα δημιουργεί στα παιδιά και πιθανόν να αναβιώσει το τραύμα του διαζυγίου. Ακόμα και σε οικογένειες όπου το ζευγάρι είναι μαζί για χρόνια πριν αποφασίσουν να επισημοποιήσουν τη σχέση και όλοι είναι αγαπημένοι, πάλι δυνατόν να δημιουργηθεί πρόβλημα. Κι εδώ ισχύει δηλαδή το γνωμικό ότι η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία!
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, όσο πιο πολύ συμπαθούν τα παιδιά το νέο σύντροφο, τόσο πιο δύσκολη του κάνουν τη ζωή! Ακούγεται παράδοξο, αλλά είναι κατανοητό: Όσο πιο καλός είναι, τόσο πιο πιθανό είναι να ανατραπούν οι ισορροπίες, επειδή τόσο περισσότερο απειλεί τη σχέση του παιδιού με τον γονιό εκείνου του φύλου. Δηλαδή η καλλιέργεια μιας στενής σχέσης με μια καλή μητριά διακινδυνεύει ενδεχομένως τη σχέση του παιδιού με τη μητέρα του—είτε επειδή αυτό του προκαλεί σύγχυση λόγω της ανατροπής των υφισταμένων «στρατοπέδων», είτε επειδή προκαλεί ζήλεια και αναστάτωση στη μητέρα του. Ή και τα δύο, ασφαλώς.
Χρειάζεται τεράστια, ιώβειος υπομονή για τους πρωταγωνιστές αυτών των οικογενειών. Τα φαινόμενα αυτά παρατηρούνται στα πρώτα στάδια μιας αλλαγής στο στάτους κβο της ζώνης των παιδιών. Με κατανόηση και συμπόνια τα παιδιά μπορούν να τα ξεπεράσουν όλα αυτά και να δείξουν και κείνα με τη σειρά τους εμπιστοσύνη στα νέα δεδομένα και στο μέλλον το ίδιο, νιώθοντας ίσως και τυχερά που εμπλουτίστηκε η ζωή τους με τέσσερις γονιούς, τέσσερις παππούδες και τέσσερις γιαγιάδες και ποιος ξέρει πόσα αδέρφια!
Τελειώνοντας, να τονίσουμε ότι τα παιδιά είναι πολύ ανθεκτικά γενικά, αλλά το διαζύγιο είναι συνήθως μια τραυματική εμπειρία για όλους τους εμπλεκομένους. Χρειάζεται υπομονή από όλους, ο χρόνος θα καταπραΰνει τις πληγές. Το πιο σημαντικό, που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι ο πιο κρίσιμος παράγοντας σε ένα χωρισμό είναι η συνεχομένη συνεργασία των γονιών. Μια φιλική και πολιτισμένη σχέση, που να επιτρέπει το συντονισμό πάνω σε όλα τα θέματα που αφορούν τα παιδιά τους. Με λίγα λόγια, το διαζύγιο πρέπει ιδεωδώς να είναι πάντα παιδοκεντρικό.
πηγη:paidiatros.com